Παπαηλιού: Στα μπλόκα αποτυπώνεται η κρίση που βιώνει ο αγροτικός τομέας και βέβαια η ύπαιθρος
Η τοποθέτηση του βουλευτή Αρκαδίας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού...
1) H συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2026 συμπίπτει με την κινητοποίηση, την πρωτοφανή εδώ και πολλά χρόνια, κινητοποίηση των αγροτών, των κτηνοτρόφων, των μελισσοκόμων και των αλιέων.
Στα μπλόκα αποτυπώνεται η κρίση που βιώνει ο αγροτικός τομέας και βέβαια η ύπαιθρος, η οποία είναι «στα αζήτητα» για την κυβέρνηση και η οποία δεν αντιμετωπίζεται καν ως «χώρος» της ελληνικής επικράτειας.
Ο κόσμος του πρωτογενή τομέα ασφυκτιά, λόγω της ανεξέλεγκτης αγοράς, του αυξημένου κόστους παραγωγής, της διαρκούς συρρίκνωσης του αγροτικού εισοδήματος και της απουσίας ουσιαστικής στήριξης από την πολιτεία.
Η ύπαιθρος εγκαταλείπεται από την πολιτεία-την κυβέρνηση της ΝΔ.
Και «το κερασάκι στην τούρτα», λόγω του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, που συνιστά ληστεία κοινοτικών πόρων από τους αγρότες και κτηνοτρόφους (από τον πρωτογενή τομέα) από μία εγκληματική οργάνωση, όπως αναφέρει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, στην οποία ηγούνται και συμμετέχουν γαλάζια στελέχη όλων των επιπέδων.
Τα χάλια σας, κύριοι της ΝΔ, αποτυπώνονται και σε όσα ακούγονται και συμβαίνουν στην Εξεταστική Επιτροπή.
2) Έρχομαι τώρα στον τομέα της Δικαιοσύνης, του οποίου, ως Τομεάρχης της Κ.Ο., έχω την ευθύνη.
Η κρίση του κράτους δικαίου και η απαξίωση της Δικαιοσύνης αποτυπώνονται και στα στοιχεία-στα μεγέθη του προϋπολογισμού.
Η μικρή αύξηση του προϋπολογισμού από το ποσό των 604 σε αυτό των 617 εκ. ευρώ δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της Δικαιοσύνης, την κάλυψη των αναγκών, ενδεικτικά την υποστελέχωση, η οποία έχει ως συνέπεια μεγάλα κενά και υπέρμετρη επιβάρυνση, τόσο των δικαστικών λειτουργών, όσο και των δικαστικών υπαλλήλων, την επιβράδυνση των δικαστικών διαδικασιών και την ελλιπή και αποσπασματική τεχνολογική αναβάθμιση.
Το ποσό των 13 εκ. ευρώ του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων δεν ανταποκρίνεται ούτε κατ΄ ελάχιστον στο μέγεθος των αναγκών για κτιριακές υποδομές, οι οποίες είναι παλαιές, ακατάλληλες, ενεργειακά ανεπαρκείς, ακόμη και επικίνδυνες για το προσωπικό και τους πολίτες.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει το νέο δικαστικό χάρτη ως μεγάλη επιτυχία, την ώρα που από την εφαρμογή του αποδεικνύεται πρόχειρη και επιζήμια παρέμβαση.
Μάλιστα, η ελληνική περιφέρεια είναι το μεγάλο θύμα της, αφού απογυμνώνεται από δικαστήρια, με συνέπεια η πρόσβαση των κατοίκων της υπαίθρου σ΄ αυτά να γίνεται δύσκολη ή και ανέφικτη, δηλαδή να γίνεται προνόμιο και όχι δικαίωμα.
Σε αυτό προστίθεται και η παντελής απουσία ενιαίας διασύνδεσης μεταξύ των ηλεκτρονικών συστημάτων Πρωτοδικείων και Ειρηνοδικείων, η οποία δημιουργεί χάος στις εκδόσεις πιστοποιητικών και στην εν γένει ροή των εργασιών.
Ο νέος δικαστικός χάρτης δεν συνιστά μεταρρύθμιση. Είναι απορρύθμιση, αφού μάλιστα, βάσει της «οικονομίστικης» λογικής της συγκεντροποίησης και εξοικονόμησης, η Δικαιοσύνη αντιμετωπίζεται όχι ως πυλώνας δημοκρατίας, αλλά ως δημοσιονομικό μέγεθος.
Τέλος, η αποδυνάμωση των θεσμικών αντίβαρων συνεχίζεται με την υποχρηματοδότηση ανεξάρτητων αρχών, όπως η ΑΔΑΕ και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, σε μία εποχή που ζητήματα παρακολουθήσεων, κυβερνοασφάλειας και παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της δημόσιας ζωής.
Η οριακή τους ενίσχυση είναι απόρροια πολιτικής επιλογής. Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν θεωρεί προτεραιότητα την ενίσχυση του ελέγχου, παρά τις αυξανόμενες ανάγκες εποπτείας του ψηφιακού χώρου και τα συνεχή περιστατικά παρακολουθήσεων, υποκλοπών και παραβίασης των προσωπικών δεδομένων.
Και αυτό, αφού, σε πολλές περιπτώσεις, δράστης είναι η ίδια η ΝΔ
Σε αυτό το πλαίσιο, και με την ενεργό σύμπραξη της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, η λειτουργία της (της Δικαιοσύνης) θα συνεχίσει να είναι ελεγχόμενη και παρακμιακή.
Το έγκλημα των Τεμπών, και όχι μόνον, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ενώ η δικαιοσύνη οφείλει να είναι υπόδειγμα ανεξαρτησίας, ταχύτητας και πλήρους διερεύνησης ευθυνών, η υπόθεση τεμαχίζεται, καθυστερεί και συντηρεί την πεποίθηση ότι για τους ισχυρούς πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες δεν υπάρχουν συνέπειες.
Η ατιμωρησία και η αίσθηση ατιμωρησίας των «ημετέρων» της κυβέρνησης πολιτικών αξιωματούχων και των εγκληματιών του «λευκού κολλάρου» διαβρώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών και τραυματίζει τη Δημοκρατία.
3) Εν συνόλω για τον Προϋπολογισμό του 2026 αποκαλύπτεται για μία φορά ακόμη η απόσταση ανάμεσα στο κυβερνητικό αφήγημα και την πραγματικότητα που βιώνει η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.
Η ΝΔ επιμένει να επαναλαμβάνει τα περί «κόφτη» και «οροφής δαπανών», παρότι οι DRM πολιτικές-«των διακριτών μέτρων εσόδων» , των λεγομένων discretionary revenue measures, μπορούν να διευρύνουν το δημοσιονομικό χώρο, εντός των ευρωπαϊκών κανόνων. Δηλαδή, τα μέτρα δικαιοσύνης και αναδιανομής που προτείνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία επιτρέπονται και εφαρμόζονται ευρέως στην Ευρώπη.
Εν προκειμένω, λοιπόν, δεν υπάρχει τεχνική διαφωνία, υπάρχει ιδεολογική διαφορά.
Δεν είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν μπορεί να στηρίξει την κοινωνία. Είναι ότι δεν θέλει. Δεν είναι οι κανόνες που την περιορίζουν. Είναι η πολιτική επιλογή της, να μην ικανοποιεί τις ανάγκες των πολλών για να μην αγγίξει τα κέρδη των ολίγων.
Όταν σε όλη την Ευρώπη εφαρμόζονται εισφορές σε τράπεζες, έκτακτες επιβαρύνσεις σε ενέργεια, αύξηση φόρου μερισμάτων, παράταση τραπεζικών εισφορών, η κυβέρνηση επιλέγει να κρατά τον φόρο στα μερίσματα στο 5 %, με τον αρμόδιο υφυπουργό μάλιστα να το υπερασπίζεται ως δήθεν «αναπτυξιακό» μέτρο.
Όμως ανάπτυξη χωρίς δικαιοσύνη δεν είναι ανάπτυξη. Είναι διεύρυνση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων.
Αυτή αποτυπώνεται και στον προϋπολογισμό του 2026.