Πολιτικη

Παπαηλιού: Οι δικαστικοί λειτουργοί δεν πρέπει να εργαλειοποιούνται

Φωτογραφία: αρχείου arcadia938

Η τοποθέτηση του βουλευτή Αρκαδίας για το νομοσχέδιο που αφορά την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών.

Ο βουλευτής Αρκαδίας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Γιώργος Η. Παπαηλιού, μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και της Ολομέλειας της Βουλής, για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών,  είπε, μεταξύ των άλλων τα εξής :

Από τα επιμέρους στοιχεία, τα οποία τη συγκροτούν και τη διαμορφώνουν την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών προκύπτει το πρότυπο του Δικαστή που επιδιώκεται να αναδειχθεί, αλλά και η σχέση του με την εκτελεστική εξουσία, κατά την άσκηση του δικαιοδοτικού έργου του.  

Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αλλά και η αμεροληψία των λειτουργών της είναι κομβικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Η αξιοπιστία της Δικαιοσύνης (και των αποφάσεών της) και η εξ αυτής εμπιστοσύνη των πολιτών προς  αυτές αποτελούν όρους που πρέπει να ενισχύονται συνεχώς. 

Η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των λειτουργών της Δικαιοσύνης αποτελούν τη βάση της δικαστικής ανεξαρτησίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι δικαστές , εκτός από νομική συγκρότηση, χρειάζεται να διαθέτουν ευρύτερη παιδεία, κοινωνικές παραστάσεις, κοινωνική εμπειρία, ανεξαρτησία γνώμης, ανεπτυγμένη κριτική ικανότητα, επίγνωση, όχι απλά γνώση, της κοινωνικής και της οικονομικής ζωής, αλλά και της διεθνούς πραγματικότητας, ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κοινωνίας και του σύγχρονου κόσμου. 

Οι καταιγιστικές και ταχύτατες  εξελίξεις, όσον αφορά την τεχνολογία, τις οικονομικές αλλαγές στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, τις κοινωνικές διεργασίες και διαμορφώσεις  προϋποθέτουν, εκ μέρους των δικαστικών λειτουργών, ελεύθερο πνεύμα, ευρύτητα πνεύματος, ευρύτερες παραστάσεις, γενικότερες γνώσεις.  Ούτε οι νομικές γνώσεις μόνες, ούτε η εξειδικευμένη γνώση αρκούν. Η πρόσβαση στη γενική παιδεία είναι απαραίτητη.  

Οι δικαστικοί λειτουργοί δεν αρκεί να είναι ένα είδος τεχνοκρατών της εφαρμογής του δικαίου, επιπλέον δε  δεν πρέπει να εργαλειοποιούνται προς την κατεύθυνση της χειραγώγησής τους από την εκτελεστική εξουσία.  

Η Εθνική Σχολή Δικαστών πρέπει να έχει ως αποστολή την εκπαίδευση και τη διαρκή κατάρτιση και επιμόρφωση  των  δικαστικών λειτουργών που να αναπτύσσουν αυτά τα χαρακτηριστικά.

Η λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών  συνδέεται με την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Αυτό αφορά τις εξετάσεις για την εισαγωγή σ΄ αυτήν, το περιεχόμενο σπουδών, τον τρόπο βαθμολόγησης, ακόμη και τις προϋποθέσεις ένταξης των αποφοίτων στο δικαστικό σώμα ή την επιλογή αυτών που θα μετάσχουν στα προγράμματα διαρκούς επιμόρφωσης.   

Η απολύτως αναγκαία και ουσιαστικής σημασίας για το δικαστικό λειτούργημα, διαρκής επιμόρφωση και αξιολόγηση των λειτουργών της Δικαιοσύνης, ρυθμίζεται με το νομοσχέδιο για τις «μεταρρυθμίσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών …» με τρόπο  προβληματικό και παρεμβατικό για την ανεξαρτησία του θεσμού της Δικαιοσύνης.

Αυτό το γενικότερο πλαίσιο  εξειδικεύεται ή σε αυτό αντιστρατεύονται οι επί μέρους ρυθμίσεις του νομοσχεδίου.

Ενώ αρχικά αυξάνεται ο συντελεστής βαρύτητας από 0,5 σε 1 ως προς την κατοχή ενός «ευρέος φάσματος γνώσεων πέραν της στενής νομικής κατάρτισης», στη συνέχεια αντικαθίσταται το  αντικείμενο της «γενικής παιδείας» με εκείνο της «γενικής νομικής παιδείας». Αυτό προσκρούει στην ανάγκη διαμόρφωσης δικαστών με ευρύτερο πεδίο γνώσεων και αντίληψη της πραγματικής ζωής.

Τίθεται ανώτατο ηλικιακό όριο συμμετοχής στον διαγωνισμό για την εισαγωγή στην Εθνική Σχολή Δικαστών, τα 40 έτη. Πρόκειται για προβληματική διάταξη. Αρχικά αποτελεί κοινό τόπο ότι ο δικαστικός λειτουργός δεν πρέπει απλά να κατέχει συγκεκριμένες νομικές γνώσεις αλλά να έχει και εμπειρία, επαγγελματική και κοινωνική, δηλαδή να έχει αναπτύξει την ικανότητα να διαχειρίζεται περίπλοκες καταστάσεις, και όχι μόνον από νομική άποψη. Είναι άλλωστε γεγονός ότι μάχιμος δικηγόρος με εμπειρίες μπορεί να γίνει κάποιος μετά την ηλικία των 30-35 ετών, αν συνυπολογιστούν και τα αναγκαία έτη σπουδών στη νομική σχολή αλλά και σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Αυτούς τους μάχιμους δικηγόρους με πολυετή εμπειρία στα δικαστήρια και σε παραγωγική ηλικία, αποκλείει αυτή  η διάταξη. Διάταξη, η οποία είναι αναντίστοιχη προς την ευρωπαϊκή πρακτική που καταργεί το ανώτατο όριο και επιβάλλει υψηλότερο κατώτατο όριο εισαγωγής. 

Τίθεται ως αυτοτελές προαπαιτούμενο εισαγωγής η επιτυχής εξέταση επί της ξένης γλώσσας και μάλιστα πριν  καν αξιολογηθούν οι υποψήφιοι επί νομικών θεμάτων. Είναι αυτονόητο ότι οφείλουν οι υποψήφιοι να γνωρίζουν τουλάχιστον μια ξένη γλώσσα, αλλά αυτό θα έπρεπε να αξιολογείται σε δεύτερο στάδιο, μετά την εξέτασή τους σε νομικά θέματα. 

Αλλάζει ο τρόπος βαθμολόγησης των υποψηφίων και συγκεκριμένα  ενισχύεται ο συντελεστής βαρύτητας για την προφορική εξέταση στο 30 % από 15 % που ίσχυε μέχρι σήμερα. Με την αλλαγή στην ποσόστωση  δ ε ν ενισχύονται η διαφάνεια, η ισότητα, η αντικειμενικότητα και η αξιοκρατία κατά τη διαδικασία των εξετάσεων, αφού είναι γνωστό, ότι οι περισσότερες αδικίες, ενστάσεις, η καχυποψία και εν γένει η αμφισβήτηση προκύπτουν στις προφορικές εξετάσεις.   Προφανώς υπηρετούνται μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Θεσπίζονται τακτικά και έκτακτα προγράμματα επιμόρφωσης για τους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς, με την επιτυχή ολοκλήρωση των οποίων θα τους χορηγείται πιστοποιητικό ευδόκιμης παρακολούθησης, το οποίο «θα μπαίνει» στον υπηρεσιακό φάκελό τους. Θεσμοθετείται δηλαδή μια επιπρόσθετη αξιολόγηση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών. Άλλωστε, όπως προτείνεται, η αποτελεσματικότητα των  επιμορφωτικών σεμιναρίων μπορεί να διαπιστωθεί μέσω του θεσμού της επιθεώρησης, κατά την οποία για κάθε επιθεωρούμενο δικαστικό λειτουργό που έχει προηγουμένως υποχρεωτικά επιμορφωθεί, θα  πρέπει  να αξιολογείται  εάν και σε  ποιο βαθμό χρησιμοποίησε-αξιοποίησε τις γνώσεις και δεξιότητες που έλαβε κατά την επιμόρφωση, κατά την άσκηση του δικαιοδοτικού έργου του. Γι΄ αυτό το έργο αξιολογείται και κρίνεται. 

Η υποβολή των δικαστών σε έλεγχο από τους διδάσκοντες στα εκπαιδευτικά σεμινάρια ενέχει τον κίνδυνο αδικαιολόγητης επέμβασης στη δικαστική ανεξαρτησία, δεδομένου μάλιστα ότι οι δικαστές μέσω του θεσμού της επιθεώρησης ελέγχονται το δικαιοδοτικό έργο και η υπηρεσιακή απόδοσή τους.

Υπό την πίεση των πραγμάτων και των ισχυρών αντιρρήσεων των δικαστικών ενώσεων αλλά και του συνόλου της αντιπολίτευσης ο Υπουργός Δικαιοσύνης έχει προαναγγείλει ότι «θα κάνει πίσω» σε συγκεκριμένες ρυθμίσεις που θα οδηγούσαν στη διαμόρφωση ενός προτύπου δικαστή που δεν συνάδει με τις ανάγκες και τα δεδομένα της εποχής. Καλοδεχούμενες αυτές οι αλλαγές, αν προωθηθούν. 

Σχόλια

Το Arcadia938.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμα μη δημοσίευσης υβριστικών, συκοφαντικών, ρατσιστικών σχολίων και διαφημίσεων, καθώς αντιβαίνουν στις διατάξεις την κείμενης νομοθεσίας. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά προσωπικές απόψεις αναγνωστών.