"Οργουελικό" σχόλιο Παπαηλιού για το νέο ποινικό κώδικα!
Ο Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στην Αρκαδία ασκεί κριτική σε διατάξεις του ποινικού κώδικα που "έφερε" προς ψήφιση η Κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Θυμίζοντας, μάλιστα, έκφραση από το λογοτεχνικό έργο "Η φάρμα των ζώων" του Άγγλου συγγραφέα και δημοσιογράφου Τζωρτζ Όργουελ, ο κ. Παπαηλιού υποστηρίζει πως η Κυβέρνηση "νομιμοποιεί" την ανισότητα μεταξύ Ελλήνων πολιτών.
Ακολουθεί το σχετικό δελτίο τύπου:
"Οι ΄Ελληνες και οι Ελληνίδες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, με εξαίρεση τα τραπεζικά στελέχη
Καθιερώνεται ασυλία για τα τραπεζικά στελέχη που χορηγούσαν θαλασσοδάνεια-«δανεικά και αγύριστα» σε μέσα ενημέρωσης και κόμματα (τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ)
Ο βουλευτής Αρκαδίας του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Παπαηλιού, μιλώντας, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου για τις «τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ......» (13.11.2019), είπε μεταξύ των άλλων, τα εξής :
1) Οι υπό κρίση τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατατίθενται από την κυβέρνηση της ΝΔ μόλις 4 μήνες μετά την ψήφιση των κωδίκων και μόλις 2 μήνες μετά από την έναρξη εφαρμογής τους. Επομένως, δεν υπήρξε ο αναγκαίος χρόνος προκειμένου να κριθούν στην πράξη οι αλλαγές που έφεραν αυτές οι τροποποιήσεις.
Εξάλλου οι συνεχείς αλλαγές στις ποινικές διατάξεις καθιστά προβληματική την αναγκαία ασφάλεια δικαίου, η οποία περιλαμβάνει την εμπιστοσύνη των δικαστών, όλων των λειτουργών της δικαιοσύνης αλλά και των πολιτών. προς τη σταθερότητα του νομοθετικού πλαισίου.
Πάντως παρά τις εξαγγελίες της ΝΔ για απόσυρση των ποινικών κωδίκων και επανακατάθεση νέων, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Φαίνεται ότι διατηρείται ο βασικός κορμός και η βασική λογική των κωδίκων, έτσι όπως ψηφίστηκαν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Παρά ταύτα, οι υπό κρίση σημειακές αλλά σημαντικές αλλαγές αποτυπώνουν τη διαφορά φιλοσοφίας της κυβέρνησης της ΝΔ σε σχέση με αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό αφορά ειδικά τα λεγόμενα εγκλήματα «του λευκού κολάρου» που αντιμετωπίζονται (από τη ΝΔ) χαλαρά και με επιείκεια και την πολιτική ποινικού κολασμού και σωφρονισμού, της οποίας η αρχή της επανένταξης στην κοινωνία των εχόντων διαπράξει ποινικά αδικήματα περνά σε δεύτερη μοίρα, προηγουμένου του ποινικού κολασμού που αυστηροποιείται.
2) Με την παρ. 3 της κατατεθείσας πρσθήκης-τροπολογίας προστίθεται εδάφιο στην παρ. 1 του άρθρου 405 Π.Κ. με το οποίο προβλέπεται ότι αν το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας στρέφεται κατά τραπεζικού ιδρύματος, η δίωξη ασκείται μόνον κατ΄ έγκληση που, είναι γνωστό ότι συνοδεύεται από τρίμηνη προθεσμία υποβολής της.
Δηλαδή, απαιτείται ο θιγόμενος (η τράπεζα) να καταθέσει μηνυτήρια αναφορά κατά του τραπεζικού στελέχους. Αντιθέτως, ως προς όλες τις άλλες περιπτώσεις κακουργηματικής απιστίας, η ποινική δίωξη είναι αυτεπάγγελτη.
Έτσι θεσπίζεται καθεστώς ασυλίας για τα τραπεζικά στελέχη που εμπλέκονται σε υποθέσεις απιστίας κατά τραπεζών, αφού αυτά, όταν διαπιστωθεί η ζημία που προκλήθηκε στην τράπεζα, δεν διώκονται πλέον αυτεπαγγέλτως, αλλά μόνον μετά από έγκληση της ίδιας της τράπεζας, παρότι οι σχετικές υποθέσεις συνδέονται με το δημόσιο συμφέρον.
Εν προκειμένω τίθεται και ζήτημα συνταγματικότητας, αφού με τη διαφορετική μεταχείριση των τραπεζικών στελεχών σε σχέση με άλλους που διαπράττουν το έγκλημα της (κακουργηματικής) απιστίας, παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισονομίας και της ίσης μεταχείρισης (άρθρο 4 του Σ.). Δηλαδή, εν προκειμένω, οι ΄Ελληνες και οι Ελληνίδες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, με εξαίρεση τα τραπεζικά στελέχη.
Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι παντελώς ατεκμηρίωτη. Δεν αποσκοπεί στην «προστασία της οικονομικής ελευθερίας», όπως αναληθώς αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου, αφού, η διάπραξη του αδικήματος της απιστίας συνιστά κατάχρηση της οικονομικής ελευθερίας.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης, να στηρίξει την επιχειρηματολογία της (υπέρ της προτεινόμενης ρύθμισης), στη διάκριση δημοσίου-ιδιωτικού, ισχυριζόμενη ότι οι τράπεζες είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις και τα έννομα αγαθά που αποτελούν αντικείμενο προστασίας έχουν ατομικό χαρακτήρα, παραγνωρίζει
-) ότι οι τράπεζες έχουν κεντρικό ρόλο και κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην οικονομία, αφού μάλιστα διαχειρίζονται χρήματα των πολιτών
-) ότι οι προκαλούμενες ζημίες στις τράπεζες σωρευτικά έχουν οδηγήσει σε επανειλημμένες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, οι οποίες επιβαρύνουν τον ελληνικό λαό.
Μάλιστα, προκειμένου να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το σκοπό της ουσιαστικής καθιέρωσης ασυλίας για τα τραπεζικά στελέχη, με μεταβατική διάταξη προβλέπεται ότι εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες που «έχουν ανοίξει» χωρίς την υποβολή έγκλησης αφού υπό το προισχύσαν δίκαιο διώκονταν αυτεπαγγέλτως, (για πράξεις απιστίας για τις οποίες απαιτείται πλέον υποβολή έγκλησης) συνεχίζονται μόνον εάν ο δικαιούμενος, εν προκειμένω η τράπεζα, υποβάλει έγκληση, δηλώνοντας εντός 4 μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου που θα ισχύσει εφεξής, ότι επιθυμεί την πρόοδό τους.
Αυτό στην πράξη σημαίνει καθιέρωση ασυλίας για τα τραπεζικά στελέχη που χορηγούσαν θαλασσοδάνεια-«δανεικά και αγύριστα» σε μέσα ενημέρωσης και κόμματα.
Να υπενθυμίσουμε, ότι η χρεοκοπία της χώρας και οι εξ αυτής «μνημονιακές πολιτικές» οφείλονται και στο «τρίγωνο της διαπλοκής» (τις τράπεζες, τα μέσα ενημέρωσης και το δικομματικό σύστημα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ) που διασπάθισε δημόσιο χρήμα και στη συνέχεια οδήγησε σε αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών εις βάρος των φορολογουμένων πολιτών.
Τελειώνοντας, να αναφερθεί
ότι το επιχείρημα της ΝΔ, ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση αποσκοπεί στην προστασία των δανειοληπτών κόκκινων δανείων, αφού, εξαιτίας της αυτεπάγγελτης δίωξης, τα τραπεζικά στελέχη δεν θα προβαίνουν σε ρυθμίσεις προς όφελος των δανειοληπτών, είναι ανακριβές, αφού για τέτοιου είδους ρυθμίσεις υφίσταται συγκεκριμένο πλαίσιο όρων και εγγυήσεων και συνακόλουθα προστασία των εχόντων τη διαχείριση δημόσιας περιουσίας τραπεζικών στελεχών, βάσει του Ν. 4472/2017,.
και ότι το σύνολο του νομικού κόσμου ζητεί την απόσυρση της συγκεκριμένης ρύθμισης. Μεταξύ αυτών και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, η οποία σε ανακοίνωσή της ομιλεί για «κίνδυνο ατιμωρησίας» και «κίνδυνο διεθνούς έκθεσης της χώρας», αν ψηφιστεί αυτή η ρύμιση, αφού ένα μεγάλο πλήθος υποθέσεων θα οδηγηθεί στο αρχείο.
3) Άλλο ένα παράδειγμα ταξικής προσέγγισης και συνακόλουθα επιεικούς αντιμετώπισης των εγκλημάτων του «λευκού κολάρου» συνιστά το άρθρο 9 παρ. 2 του νομοσχεδίου, με το οποίο προβλέπεται χρονική οριοθέτηση των μέτρων δέσμευσης των προσόδων που αποφέρει το έγκλημα στο δράστη και τα οποία διατάσσονται από την Αρχή «καταπολέμησης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες» και εξίσωσή της με την προβλεπόμενη στο άρθρο 34 ΚΠΔ χρονική οριοθέτηση για μέτρα δέσμευσης που διατάσσονται από τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος, δηλαδή η δέσμευση μπορεί να ισχύει μέχρις 9 μήνες και να παρατείνεται για άλλους 9 μήνες, χωρίς μάλιστα έκδοση οριστικής απόφασης. Είναι προφανές ότι, με τη συγκεκριμένη διάταξη, αντιμετωπίζεται επιεικώς και χαλαρά η «αφρόκρεμα» όσων κατηγορούνται για «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» κ.λ.π., ακόμη και εις βάρος του Δημοσίου, αφού οι υποθέσεις αυτές είναι περίπλοκες και χρονοβόρες. Μ΄ αυτό τον τρόπο, δεν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης και υπάρχει κίνδυνος τα μέτρα δέσμευσης να παύουν ισχύοντα πριν ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία και συνακόλουθα η απαίτηση για επιστροφή των «κλεμμένων» να ακυρώνεται.
4) Η παροχή κοινωφελούς εργασίας είναι μέτρο εναλλακτικό της φυλάκισης που ισχύει και εφαρμόζεται στη χώρα μας εδώ κα χρόνια. Εμπεριέχει τη λογική του σωφρονισμού, όχι μέσω του εγκλεισμού, αλλά μέσω την παροχής εργασίας, δηλαδή της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο. Η απόφαση της κυβέρνησης να αναστείλει, επ’ αόριστον, το συγκεκριμένο μέτρο, δείχνει ακριβώς την τιμωρητική λογική της καταστολής που αποτελεί κεντρική επιλογή της κυβέρνησης.
5) Η έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής περιλαμβάνει απλώς μία παράθεση των υπό τροποποίηση άρθρων χωρίς κάποιο σχολιασμό !!!
Είναι δυνατόν η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής να μη λαμβάνει θέση για ένα νομοσχέδιο που αφορά τον ΠΚ και τον ΚΠΔ με σημαντικό αριθμό αμφισβητουμένων διατάξεων, ακόμη και από συνταγματικής πλευράς ;
Αυτό συνιστά έλλειψη σεβασμού προς τη Βουλή και το Προεδρείο αλλά και έλλειψη αυτοσεβασμού της ίδιας της Επιστημονικής Υπηρεσίας."
Σχόλια